Ο φωτογράφος δεν το σκέφτηκε καθόλου. Το κλικ της μηχανής του μόλις που ακούστηκε μέσα στον χαμό από φωνές, ενώ σχεδόν αμέσως αστυνομικοί τον απομάκρυναν από την σκηνή της δολοφονίας.
Μια ώρα αργότερα η φωτογραφία που είχε τραβήξει με τον Νίκο Μομφεράτο να κείτεται νεκρός όδευε για το τυπογραφείο και την πρώτη σελίδα της εφημερίδας. Τ
ο συγκεκριμένο στιγμιότυπο αποτύπωνε την επιθανάτια αγωνία του εκδότη της εφημερίδας Απογευματινή έχοντας μάτια και στόμα ανοιχτά, άδεια από ζωή, λίγη ώρα μετά την εκτέλεσή του.
Ήταν 21 Φεβρουαρίου του 1985 και η 17Ν ένα χρόνο και δύο μήνες μετά τη δολοφονία του αστυφύλακα Χρήστου Μάτη κατά τη διάρκεια της ληστείας στο κατάστημα της Εθνικής Τράπεζας στα Άνω Πετράλωνα, προχώρησε σε ένα εμφατικό χτύπημα. Η δολοφονία του Νίκου Μομφεράτου προσωπικού φίλου του Εθνάρχη Κωνσταντίνου Καραμανλή, είχε σχεδιαστεί πολύ προσεχτικά, αφού έλαβε χώρα στην καρδιά του κέντρου της Αθήνας και μάλιστα νωρίς το βράδυ.
Έξι σφαίρες και χαριστική βολή
Εκείνη την Πέμπτη, λίγο μετά τις έξι και μισή το απόγευμα, το κρύο ήταν αρκετά τσουχτερό στο Κολωνάκι και η κίνηση αρκετά χαλαρή, σε μια Αθήνα που είχε αφήσει πίσω της τις γιορτές. Ο Νίκος Μομφεράτος ειδοποίησε τον αστυνομικό-οδηγό του Παναγιώτη Ρουσέτη ότι φεύγουν και κατέβηκε από το γραφείο του στην είσοδο του κτηρίου στην Φειδίου 12, όπου στεγαζόταν η Απογευματινή. Επιβιβάζεται στην μαύρη Mercedes και αναχωρούν για την κατοικία του στο Κολωνάκι, σε μια συνήθη διαδρομή την οποία οι εκτελεστές της 17Ν φέρεται να είχαν μελετήσει διεξοδικά.
Δεν δίνει σημασία στο Fiat Mirafiori που βρίσκεται μπροστά τους όταν μπαίνουν στην οδό Τσακάλωφ και φτάνοντας στην συμβολή με την Βουκουρεστίου, αγνοεί ένα σταθμευμένο Autobianchi στην αριστερή πλευρά του δρόμου.
Ρουσέτης και Μομφεράτος δέχονται έναν καταιγισμό σφαιρών, ενώ ο τρίτος εκτελεστής, είναι ο οδηγός του Mirafiori που ήταν μπροστά από το αυτοκίνητο του εκδότη.
Ήταν αυτός που έδωσε την χαριστική βολή στον Νίκο Μομφεράτο, ο οποίος δέχτηκε εφτά συνολικά σφαίρες, οι τέσσερις από τις οποίες πέτυχαν την καρδιά του. Η Mercedes του καταλήγει ακυβέρνητη στην βιτρίνα ενός καταστήματος, αφού ο Ρουσέτης έχει τραυματιστεί πολύ βαριά και θα καταλήξει μετά από έντεκα μέρες νοσηλείας στο νοσοκομείο.Ο «φαρμακοχέρης» και οι άλλοι
Οι λεπτομέρειες της επίθεσης δόθηκαν από τον Χριστόδουλο Ξηρό και σύμφωνα με αυτόν: «Στην επίθεση αυτή πήραμε μέρος εγώ ως οδηγός μοτοσικλέτας μάρκας Honda και επιβάτη τον Λουκά (σ.σ. Δημήτρης Κουφοντίνας), ακόμη ο Νικήτας (Παύλος Σερίφης) ως οδηγός της άλλης μοτοσικλέτας τύπου βέσπα και με συνεπιβάτη τον Αλέκο (Πάτροκλο Τσελέντη). Ο Λάμπρος (Αλέξανδρος Γιωτόπουλος) είχε τον ρόλο για την ειδοποίηση όταν ο στόχος πλησίαζε. Ο Λουκάς μάς εφοδίασε με οπλισμό, γάντια κτλ και πυροβόλησαν εναντίον του Μομφεράτου και του οδηγού του ο Αλέκος και ο Λουκάς με 45άρια πιστόλια. Στη συνέχεια επιβιβαστήκαμε στις μοτοσικλέτες και απομακρυνθήκαμε εγκαταλείποντας τις κλεμμένες μοτοσικλέτες στην περιοχή Νεάπολη Εξαρχείων και στη συνέχεια επιβιβαστήκαμε σε κλεμμένο ΙΧΕ αυτοκίνητο μάρκας Fiat, το οποίο και αυτό εγκαταλείψαμε σε κάποιο στενό πλησίον του ζαχαροπλαστείου “Σόνια” της Λ. Αλεξάνδρας. Τον οπλισμό και σ’ αυτήν την επίθεση τον μάζεψε ο Λουκάς».
Η αστυνομία ταυτοποίησε το ένα από τα δύο 45άρια που χρησιμοποιήθηκαν στην επίθεση, το οποίο βρέθηκε στην περιβόητη γιάφκα της οδού Δαμάρεως στο Παγκράτι. Ήταν αυτό που έφερε πάνω του ο άτυχος αστυφύλακας Χρήστος Μάτης, το οποίο «απαλλοτριώθηκε» σύμφωνα με την ορολογία της οργάνωσης στην ληστεία της Εθνικής Τράπεζας στα Άνω Πετράλωνα. Το άλλο ήταν το «ιστορικό» 45αρι της 17Ν που χρησιμοποιήθηκε στο πρώτο χτύπημα κατά του σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα, Ρίτσαρντ Γουέλς, το οποίο δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα, όπως και η περίφημη γραφομηχανή στην οποία γράφτηκαν οι προκηρύξεις. Αμφότερα δεν έχουν εντοπιστεί και ο Δημήτρης Κουφοντίνας, ο μοναδικός άνθρωπος που γνωρίζει το μέρος που είναι κρυμμένα μάλλον δεν θα το αποκαλύψει ποτέ.